Η ΠΡΙΓΚΙΠΗΣΑ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ - ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Παλιά πολύ παλιά σε μια μακρινή χώρα ,ζούσε μια πολύ όμορφη πριγκίπισσα. Στη χώρα της έβρεχε τόσο συχνά που την ονόμαζαν  Rainland . Όλοι στη χώρα αυτή ήταν ικανοποιημένοι , γιατί η βροχή έκανε τη γη τους καταπράσινη και τα ζώα τους είχαν πάντοτε μπόλικη τροφή. Αγαπούσαν πολύ την πριγκίπισσα τους  και πιο πολύ απ όλους την λάτρευαν τα παιδιά γιατί τα αγαπούσε και πολύ συχνά τους άνοιγε το παλάτι ,τα μάζευε γύρω της στη μεγάλη σάλα και τους διάβαζε παραμύθια.
Τον τελευταίο όμως χρόνο η πριγκίπισσα ήταν πολύ θλιμμένη  , κανείς  τους δεν ήξερε τον πραγματικό λόγο εκτός από εκείνη.  

Κάποιο απόγευμα καθώς μια άγρια καταιγίδα  πλησίαζε από τα δυτικά , ένα εμπορικό ιστιοφόρο  που περνούσε ανοικτά από τις ακτές της έσπευσε να βρει καταφύγιο στο λιμάνι της. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε τηλεόραση , εφημερίδες ή τηλέφωνο ,έτσι ο κόσμος μάθαινε τα νέα από τους ταξιδιώτες και τους περιπλανώμενους.  Έτσι ένας παράξενος άνδρας ξεπήδησε από το πλοίο και τράβηξε προς το παλάτι να συναντήσει την πριγκίπισσα του τόπου ,να ζητήσει άδεια να φιλοξενηθεί για λίγο στον απάνεμο όρμο της  και να της μεταφέρει τα νέα από τον κόσμο που είχε δει.
Από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισε θαμπώθηκε από την ομορφιά της .Άρχισε να της μιλάει για την χώρα την οποία ερχόταν μακριά στο νότο .Μια χώρα γεμάτη ήλιο και γαλάζιες θάλασσες. Της είπε για τα ταξίδια του ,τις αγριεμένες θήλασες ,τους θρύλους των νησιών του βορά και νέα από τις χώρες που ταξίδευε .Το απόγευμα πέρασε πολύ γρήγορα και είχε νυχτώσει . Η πριγκίπισσα αν και δεν το συνήθιζε αυτό με ταξιδιώτες του ζήτησε να έρθει και το επόμενο απόγευμα να τελειώσουν την συζήτηση τους. Κάτι παράξενο της κέντρισε το ενδιαφέρον σ αυτόν τον περιπλανώμενο . Έτσι κι έγινε.  Όμως ούτε και το επόμενο απόγευμα ήταν αρκετό γιατί η συζήτηση τους ήταν τόσο ενδιαφέρουσα που η ώρα περνούσε σαν να ήταν λεπτό. Και καθώς η τρομερή καταιγίδα κρατούσε μέρες τόσο  οι συζητήσεις γίνονταν μεγαλύτερες και πιο ενδιαφέρουσες.  Η πριγκίπισσα χωρίς να το έχει καν καταλάβει είχε ξεχάσει αυτές τις ώρες τη θλίψη της και περίμενε με χτυποκάρδι να έρθει το απόγευμα για να δει τον ταξιδιώτη της. Του μιλούσε για την Rainland και τις βροχές της ,τα παιδιά που τόσο αγαπούσε και την μοναξιά που την συντρόφευε τον τελευταίο χρόνο . Ένιωθαν όλο και πιο κοντά ο ένας στον άλλον που δεν μπορούσαν να σκεφτούν σχεδόν τίποτε άλλο και η καρδιά τους χτυπούσε παράξενα .
Ένα απόγευμα καθώς μιλούσαν μπροστά στο τεράστιο τζάκι μια κόκκινη αχτίδα φωτός πέρασε μέσα από το παράθυρο και φώτισε το δωμάτιο. Ήταν το ηλιοβασίλεμα . Η καταιγίδα είχε πια αποχωρίσει και ο καιρός άνοιγε από τα δυτικά.
Το πρόσωπο του ταξιδιώτη έγινε σκυθρωπό  και γύρισε και κοίταξε την πριγκίπισσα στα μάτια. Το παράξενο γκρίζο χρώμα της καταιγίδας που στόλιζε τα μάτια της  είχε μετατραπεί στο κόκκινο της φωτιάς καθώς συνάντησε την αχτίδα του ήλιου.
«Πρέπει να φύγεις;» Τον ρώτησε θλιμμένα
«Πρέπει»  απάντησε πνιγμένο σε έναν βαθύ αναστεναγμό
«Θέλεις να φύγεις;» Τον ξαναρώτησε
«Πρέπει»  απάντησε χαμηλώνοντας  το βλέμμα.  «Ξέρεις καλά πως δεν μπορούμε να μείνουμε άλλο μαζί πριγκίπισσα της Rainland. Ο τόπος ο δικός μου όμως είναι πολύ μακριά και πρέπει να γυρίσω»
Τα μάτια της πριγκίπισσας γέμισαν δάκρυα. «Τι ήταν όλο αυτό που ζήσαμε ;»  
Ο ταξιδιώτης έκανε να απαντήσει όμως δάγκωσε τα χείλη του να μη βγει λέξη. Τι να πει; Αν μιλούσε θα ήταν πια σημείο χωρίς επιστροφή και για τους δυο τους. Αυτά που μπορεί να αισθανθεί κανείς ξαφνικά χωρίς καν να το καταλάβει, τρομάζουν περισσότερο και απ τις πιο άγριες θάλασσες. 
Η πριγκίπισσα κατάλαβε ,έκλεισε τα μάτια και τον ρώτησε λυπημένα  «Θα σε ξαναδώ  άραγε ;»
Ο ταξιδιώτης κρύβοντας με δυσκολία τη συγκίνηση του απάντησε: «Κάθε φορά που βλέπεις τον ήλιο να σκάει λαμπερός πίσω από τα σύννεφα της Rainland  θα είμαι εγώ που σου χαμογελάω ,να με θυμάσαι όταν τον βλέπεις και να είσαι  χαρούμενη»
Η πριγκίπισσα του απάντησε: «Κάθε φορά που θα σύννεφα της βροχής θα έρχονται στην ηλιόλουστη χώρα σου ,εγώ θα τα στέλνω  για να σου θυμίζουν την πριγκίπισσα της βροχής  , μη με ξεχάσεις»

Η ζωή επιφυλάσσει παράξενες συναντήσεις. Άλλες φορές στο σωστό τόπο και στιγμή άλλοτε όχι . Κανείς δεν ξέρει γιατί συναντήθηκαν αυτοί οι δύο. Ή πως ήταν οι ζωές τους μετά από αυτό. Το μόνο που ξέρω σίγουρα είναι πως κοιτάζουν συχνά τον ουρανό και χαμογελούν…  

*Το παραμύθι αυτό γράφτηκε ως καθρέφτης μιας αληθινής ιστορίας ,όπως άλλωστε και τα περισσότερα παραμύθια 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις